Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κραμβήεις
κραμβίον
κραμβίς
κράμβος
κράμβος2
κραμβοσπάραγον
κραμβοφάγος
Κραναή
κραναήπεδος
κρανάϊνος
Κραναός
κραναός
κράνεια
κρανέϊνος
κράνειον
κράνειος
κρανεών
κρανίδιον
κρανιόλειος
κράνιον
κρανίον
View word page
Κραναός
Cranaos, mythical king of Athens; (adj.) Athenians
ShortDef
Cranaos, mythical king of Athens; (adj.) Athenians
rocky, rugged
Debugging
Headword:
Κραναός
Headword (normalized):
κραναός
Headword (normalized/stripped):
κραναος
IDX:
50287
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50288
Key:
Data
{'content': 'Cranaos, mythical king of Athens; (adj.) Athenians'}