Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κραδίας
κραδοπώλης
κράδος
κραδοφάγος
κράζω
Κρᾶθις
κραίνω
κραιπαλάω
κραιπάλη
κραιπαλόβοσκος
κραιπαλόκωμος
κραιπαλώδης
κραιπνός
κραιπνόσυτος
κραιπνοφόρος
κραῖρα
κραίσκος
κρακτικός
κρᾶμα
κραμάτινος
κραμάτιον
View word page
κραιπαλόκωμος
rambling in drunken revelry

ShortDef

rambling in drunken revelry

Debugging

Headword:
κραιπαλόκωμος
Headword (normalized):
κραιπαλόκωμος
Headword (normalized/stripped):
κραιπαλοκωμος
IDX:
50262
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50263
Key:

Data

{'content': 'rambling in drunken revelry'}