Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κόχλος
κόχος
κοχυδέω
κοχώνη
κόψιχος
Κόων
κραββατοποιός
κράββατος
κράβυζος
κραγγών
κραγέτας
κραγέτης
κραγός
κραδαίνω
κράδαλος
κραδαλός
κράδανσις
κραδασμός
κραδάω
κράδη
κραδηφορία
View word page
κραγέτας
cawing
ShortDef
cawing
Debugging
Headword:
κραγέτας
Headword (normalized):
κραγέτας
Headword (normalized/stripped):
κραγετας
IDX:
50240
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50241
Key:
Data
{'content': 'cawing'}