Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κοχλίας
κοχλίδιον
κοχλιοειδής
κοχλίον
κοχλοειδής
κόχλος
κόχος
κοχυδέω
κοχώνη
κόψιχος
Κόων
κραββατοποιός
κράββατος
κράβυζος
κραγγών
κραγέτας
κραγέτης
κραγός
κραδαίνω
κράδαλος
κραδαλός
View word page
Κόων
Coön

ShortDef

Coön

Debugging

Headword:
Κόων
Headword (normalized):
κόων
Headword (normalized/stripped):
κοων
IDX:
50235
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50236
Key:

Data

{'content': 'Coön'}