Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κούστωρ
κούταρον
κουφεία
κουφηγός
κουφίζω
κούφισις
κούφισμα
κουφισμός
κουφιστήρ
κουφιστικός
κουφολιθος
κουφολογέω
κουφολογία
κουφολόγος
κουφόνοος
κουφόπους
κουφόπτερος
κοῦφος
κουφόσκευος
κουφοτέλεια
κουφότης
View word page
κουφολιθος
talc

ShortDef

talc

Debugging

Headword:
κουφολιθος
Headword (normalized):
κουφολιθος
Headword (normalized/stripped):
κουφολιθος
IDX:
50205
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50206
Key:

Data

{'content': 'talc'}