Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κουρίας
κουριάτιος
κουριάω
κουρίδιος
Κουριεύς
κουρίζω
κουρίζω2
κουρικός
κούριμος
κουρίξ
Κούριον
Κούριος
κούριος
κουρίς
Κουρίων
κοῦρμι
κουροβόρος
κουρογονία
κουροθάλεια
κοῦρος
κοῦρος2
View word page
Κούριον
Curium

ShortDef

Curium

Debugging

Headword:
Κούριον
Headword (normalized):
κούριον
Headword (normalized/stripped):
κουριον
IDX:
50169
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50170
Key:

Data

{'content': 'Curium'}