Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Κουρῆτις
κουρητισμός
κουρία
κουρίας
κουριάτιος
κουριάω
κουρίδιος
Κουριεύς
κουρίζω
κουρίζω2
κουρικός
κούριμος
κουρίξ
Κούριον
Κούριος
κούριος
κουρίς
Κουρίων
κοῦρμι
κουροβόρος
κουρογονία
View word page
κουρικός
for cutting the hair

ShortDef

for cutting the hair

Debugging

Headword:
κουρικός
Headword (normalized):
κουρικός
Headword (normalized/stripped):
κουρικος
IDX:
50166
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50167
Key:

Data

{'content': 'for cutting the hair'}