Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κουρεύς
κουρεύσιμος
κουρευτής
κουρήϊος
Κουρῆτες
κούρητες
κουρητικός
Κουρῆτις
κουρητισμός
κουρία
κουρίας
κουριάτιος
κουριάω
κουρίδιος
Κουριεύς
κουρίζω
κουρίζω2
κουρικός
κούριμος
κουρίξ
Κούριον
View word page
κουρίας
one with short hair

ShortDef

one with short hair

Debugging

Headword:
κουρίας
Headword (normalized):
κουρίας
Headword (normalized/stripped):
κουριας
IDX:
50159
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50160
Key:

Data

{'content': 'one with short hair'}