Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κουρεακός
κουρεῖον
κουρεύομαι
κουρεύς
κουρεύσιμος
κουρευτής
κουρήϊος
Κουρῆτες
κούρητες
κουρητικός
Κουρῆτις
κουρητισμός
κουρία
κουρίας
κουριάτιος
κουριάω
κουρίδιος
Κουριεύς
κουρίζω
κουρίζω2
κουρικός
View word page
Κουρῆτις
of the Κουρῆτες
ShortDef
of the Κουρῆτες
Debugging
Headword:
Κουρῆτις
Headword (normalized):
κουρῆτις
Headword (normalized/stripped):
κουρητις
IDX:
50156
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50157
Key:
Data
{'content': 'of the Κουρῆτες'}