Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Κόρινθος
κοριοειδής
Κοριολανός
κόριον
κόριον2
κόρις
κορίσκομαι
κορίσκος
Κορίσκος
κορκορυγή
Κόρκυρα
Κορκυραῖος
κορμάζω
κορμηδόν
κορμίον
κορμολογία
κόρμος
κορμός
Κορνήλιος
κορνικουλάριος
κόρνοψ
View word page
Κόρκυρα
Corcyra, Corfu
ShortDef
Corcyra, Corfu
Debugging
Headword:
Κόρκυρα
Headword (normalized):
κόρκυρα
Headword (normalized/stripped):
κορκυρα
IDX:
49902
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49903
Key:
Data
{'content': 'Corcyra, Corfu'}