Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κορέω
κορέω2
κόρη
Κόρη
κόρηθρον
κόρημα
κορθύνω
κορθύομαι
κορίαννον
κορίαξος
Κοριάσια
κορίζομαι
κορίζω
κορίζω2
κορικός
Κορινθιάζομαι
Κορινθιαστής
Κορίνθιος
Κορινθιουργής
Κορινθοειδής
Κόρινθος
View word page
Κοριάσια
festival of Kore

ShortDef

festival of Kore

Debugging

Headword:
Κοριάσια
Headword (normalized):
κοριάσια
Headword (normalized/stripped):
κοριασια
IDX:
49882
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49883
Key:

Data

{'content': 'festival of Kore'}