Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κοπτούρα
κοπτουργία
κόπτρα
κόπτω
κοπώδης
Κοπώνιος
κόπωσις
κοραῖος
κορακεύς
κορακιαί
κορακίας
κορακῖνος
κοράκινος
κορακοειδής
Κόρακος
κορακόω
κοραλλίζω
κοραλλικός
κοράλλιον
κοραλλιοπλάστης
κόραξ
View word page
κορακίας
chough, Pyrrhocorax alpinus
ShortDef
chough, Pyrrhocorax alpinus
Debugging
Headword:
κορακίας
Headword (normalized):
κορακίας
Headword (normalized/stripped):
κορακιας
IDX:
49831
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49832
Key:
Data
{'content': 'chough, Pyrrhocorax alpinus'}