Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Κοπτός
κοπτούρα
κοπτουργία
κόπτρα
κόπτω
κοπώδης
Κοπώνιος
κόπωσις
κοραῖος
κορακεύς
κορακιαί
κορακίας
κορακῖνος
κοράκινος
κορακοειδής
Κόρακος
κορακόω
κοραλλίζω
κοραλλικός
κοράλλιον
κοραλλιοπλάστης
View word page
κορακιαί
the Rookeries

ShortDef

the Rookeries

Debugging

Headword:
κορακιαί
Headword (normalized):
κορακιαί
Headword (normalized/stripped):
κορακιαι
IDX:
49830
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49831
Key:

Data

{'content': 'the Rookeries'}