Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄγκοινα
ἀγκοίνη
ἀγκονίω
ἄγκος
ἀγκτήρ
ἀγκυλένδετος
ἀγκυλέομαι
ἀγκύλη
ἀγκυλητός
ἀγκυλιδωτός
ἀγκυλίζομαι
ἀγκύλιον
ἀγκυλίς
ἀγκύλλω
ἀγκυλοβλέφαρον
ἀγκυλόγλωσσον
ἀγκυλογλώχιν
ἀγκυλόδειρος
ἀγκυλόδους
ἀγκυλοειδής
ἀγκυλοκοπέω
View word page
ἀγκυλίζομαι
clasp the adversary's neck

ShortDef

clasp the adversary's neck

Debugging

Headword:
ἀγκυλίζομαι
Headword (normalized):
ἀγκυλίζομαι
Headword (normalized/stripped):
αγκυλιζομαι
IDX:
497
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-498
Key:

Data

{'content': "clasp the adversary's neck"}