Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κοπρηγία
κοπρηγός
κοπρία
κοπριαίρετος
κοπριακός
κοπρίας
κοπρίζω
κοπριήμετος
κόπρινος
κόπριον
Κόπριος
κόπρισις
κοπριώδης
κοπροβολεῖον
κοπροβόλος
κοπροδοχεῖον
κοπροθέσιον
κοπρολογέω
κοπρολόγος
κοπροξύστης
κοπροποιέω
View word page
Κόπριος
of Copros

ShortDef

of Copros

Debugging

Headword:
Κόπριος
Headword (normalized):
κόπριος
Headword (normalized/stripped):
κοπριος
IDX:
49792
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49793
Key:

Data

{'content': 'of Copros'}