Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀμφιβολία
ἀμφίβολος
ἀμφιβόσκομαι
ἀμφίβουλος
ἀμφιβράγχια
ἀμφίβραχυς
ἀμφίβροτος
ἀμφίβροχος
ἀμφιβώμιος
ἀμφίγειος
Ἀμφιγένεια
ἀμφιγενής
ἀμφίγενυς
ἀμφιγηθέω
ἀμφίγλωσσος
ἀμφιγνοέω
ἀμφίγνοια
ἀμφιγόητος
ἀμφίγονος
ἀμφιγυήεις
Ἀμφιγυήεις
View word page
Ἀμφιγένεια
Amphigenia

ShortDef

Amphigenia

Debugging

Headword:
Ἀμφιγένεια
Headword (normalized):
ἀμφιγένεια
Headword (normalized/stripped):
αμφιγενεια
IDX:
4976
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4977
Key:

Data

{'content': 'Amphigenia'}