Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κονιώδης
κόνναρος
Κοννᾶς
κοννέω
κόννος
κοντάκιον
κοντάριον2
κοντοβολέω
κοντοκυνηγέσιον
κοντοπαίκτης
κοντοπλεύριον
κοντοπορεία
κοντός
κοντός2
κοντοφόρος
κόντωσις
κοντωτίτης
κοντωτός
κόνυζα
κονυζήεις
κονυζίτης
View word page
κοντοπλεύριον
short side
ShortDef
short side
Debugging
Headword:
κοντοπλεύριον
Headword (normalized):
κοντοπλεύριον
Headword (normalized/stripped):
κοντοπλευριον
IDX:
49734
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49735
Key:
Data
{'content': 'short side'}