Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Κονθυλεύς
κονία
κονιάζω
κονίαμα
κονίασις
κονιατήρ
κονιατικός
κονιατός
κονιάω
κονιβατία
κονίη
κονίλη
Κόνιοι
κονιορτός
κονιορτόω
κονιορτώδης
κόνιος
κονίποδες
κόνις
κονίς
κονισαλέος
View word page
κονίη
dust, sand, ashes
ShortDef
dust, sand, ashes
Debugging
Headword:
κονίη
Headword (normalized):
κονίη
Headword (normalized/stripped):
κονιη
IDX:
49708
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49709
Key:
Data
{'content': 'dust, sand, ashes'}