Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κονδυλωτός
κονέω
κονή
κονητής
Κονθυλεύς
κονία
κονιάζω
κονίαμα
κονίασις
κονιατήρ
κονιατικός
κονιατός
κονιάω
κονιβατία
κονίη
κονίλη
Κόνιοι
κονιορτός
κονιορτόω
κονιορτώδης
κόνιος
View word page
κονιατικός
stucco decorations

ShortDef

stucco decorations

Debugging

Headword:
κονιατικός
Headword (normalized):
κονιατικός
Headword (normalized/stripped):
κονιατικος
IDX:
49704
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49705
Key:

Data

{'content': 'stucco decorations'}