Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀμφίβληστρον
ἀμφίβλητος
ἀμφιβοάομαι
ἀμφιβόητος
ἀμφιβολεύς
ἀμφιβολέω
ἀμφιβολή
ἀμφιβολητικός
ἀμφιβολία
ἀμφίβολος
ἀμφιβόσκομαι
ἀμφίβουλος
ἀμφιβράγχια
ἀμφίβραχυς
ἀμφίβροτος
ἀμφίβροχος
ἀμφιβώμιος
ἀμφίγειος
Ἀμφιγένεια
ἀμφιγενής
ἀμφίγενυς
View word page
ἀμφιβόσκομαι
to eat all about

ShortDef

to eat all about

Debugging

Headword:
ἀμφιβόσκομαι
Headword (normalized):
ἀμφιβόσκομαι
Headword (normalized/stripped):
αμφιβοσκομαι
IDX:
4968
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4969
Key:

Data

{'content': 'to eat all about'}