Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Κομπασεύς
κομπασία
κόμπασμα
κομπαστής
κομπαστικός
κομπέω
κομπηγόρος
κομπηρός
κομπολακέω
κομπολακύθης
κομπολογία
κόμπος
κομπός
κομποφακελορρήμων
κομπώδης
κομψεία
κόμψευμα
κομψευριπικῶς
κομψεύω
κομψολόγος
κομψοπρεπής
View word page
κομπολογία
boastful speaking

ShortDef

boastful speaking

Debugging

Headword:
κομπολογία
Headword (normalized):
κομπολογία
Headword (normalized/stripped):
κομπολογια
IDX:
49666
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49667
Key:

Data

{'content': 'boastful speaking'}