Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κολῳάω
κόλων
κολώνα
Κολωναί
κολωνεία
κολώνη
Κολωνῆθεν
κολωνοειδής
κολωνός
Κολωνός
κολῳός
κόμα
κόμαρι
κόμαρος
κομαροφάγος
κομάω
κομβίον
κομβοθηλεία
κομβολύτης
κόμβος
κομβόω
View word page
κολῳός
a brawling, wrangling

ShortDef

a brawling, wrangling

Debugging

Headword:
κολῳός
Headword (normalized):
κολῳός
Headword (normalized/stripped):
κολωος
IDX:
49603
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49604
Key:

Data

{'content': 'a brawling, wrangling'}