Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀγκιστρωτός
ἀγκλάριον
ἄγκοινα
ἀγκοίνη
ἀγκονίω
ἄγκος
ἀγκτήρ
ἀγκυλένδετος
ἀγκυλέομαι
ἀγκύλη
ἀγκυλητός
ἀγκυλιδωτός
ἀγκυλίζομαι
ἀγκύλιον
ἀγκυλίς
ἀγκύλλω
ἀγκυλοβλέφαρον
ἀγκυλόγλωσσον
ἀγκυλογλώχιν
ἀγκυλόδειρος
ἀγκυλόδους
View word page
ἀγκυλητός
thrown from the bent arm

ShortDef

thrown from the bent arm

Debugging

Headword:
ἀγκυλητός
Headword (normalized):
ἀγκυλητός
Headword (normalized/stripped):
αγκυλητος
IDX:
495
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-496
Key:

Data

{'content': 'thrown from the bent arm'}