Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Κολοφώνιος
κολόχειρ
κολπαβρός
κολπίας
κολπίζω
κολπίτης
κολποειδής
κόλπος
κολπόω
κολπώδης
κόλπωμα
κόλπωσις
κολπωτός
κολύβδαινα
κόλυθροι
κόλυθρον
κολυθροφιλάρπαξ
κολυμβάς
κολυμβάω
κολυμβήθρα
κολύμβησις
View word page
κόλπωμα
a folded garment
ShortDef
a folded garment
Debugging
Headword:
κόλπωμα
Headword (normalized):
κόλπωμα
Headword (normalized/stripped):
κολπωμα
IDX:
49571
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49572
Key:
Data
{'content': 'a folded garment'}