Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀμφίασις
ἀμφίασμα
ἀμφιαχυῖα
ἀμφιάχω
ἀμφιβαίνω
ἀμφιβάλλω
ἀμφίβασις
ἀμφίβιος
ἀμφίβλημα
ἀμφιβληστρευτική
ἀμφιβληστρεύω
ἀμφιβληστρικός
ἀμφιβληστροειδής
ἀμφίβληστρον
ἀμφίβλητος
ἀμφιβοάομαι
ἀμφιβόητος
ἀμφιβολεύς
ἀμφιβολέω
ἀμφιβολή
ἀμφιβολητικός
View word page
ἀμφιβληστρεύω
catch with a nct

ShortDef

catch with a nct

Debugging

Headword:
ἀμφιβληστρεύω
Headword (normalized):
ἀμφιβληστρεύω
Headword (normalized/stripped):
αμφιβληστρευω
IDX:
4955
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4956
Key:

Data

{'content': 'catch with a nct'}