Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἀμφιάραος
ἀμφίασις
ἀμφίασμα
ἀμφιαχυῖα
ἀμφιάχω
ἀμφιβαίνω
ἀμφιβάλλω
ἀμφίβασις
ἀμφίβιος
ἀμφίβλημα
ἀμφιβληστρευτική
ἀμφιβληστρεύω
ἀμφιβληστρικός
ἀμφιβληστροειδής
ἀμφίβληστρον
ἀμφίβλητος
ἀμφιβοάομαι
ἀμφιβόητος
ἀμφιβολεύς
ἀμφιβολέω
ἀμφιβολή
View word page
ἀμφιβληστρευτική
net-fishery

ShortDef

net-fishery

Debugging

Headword:
ἀμφιβληστρευτική
Headword (normalized):
ἀμφιβληστρευτική
Headword (normalized/stripped):
αμφιβληστρευτικη
IDX:
4954
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4955
Key:

Data

{'content': 'net-fishery'}