Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κολλοπίζω
κολλοπόω
κολλοπώλης
κολλόροβον
κολλούρα
κολλουρίς
κόλλουρος
κόλλοψ
κολλυβιστήριον
κολλυβιστής
κολλυβιστικός
κόλλυβος
κολλύρα
κολλυρίζω
κολλυρικός
κολλύριον
κολλυριοποιέομαι
κολλυρίων
κολλώδης
κόλλωτες
κολοβανθής
View word page
κολλυβιστικός
of a money-changer

ShortDef

of a money-changer

Debugging

Headword:
κολλυβιστικός
Headword (normalized):
κολλυβιστικός
Headword (normalized/stripped):
κολλυβιστικος
IDX:
49496
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49497
Key:

Data

{'content': 'of a money-changer'}