Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κολλικοφάγος
κόλλιξ
κολλομελέω
κολλοπεύω
κολλοπίζω
κολλοπόω
κολλοπώλης
κολλόροβον
κολλούρα
κολλουρίς
κόλλουρος
κόλλοψ
κολλυβιστήριον
κολλυβιστής
κολλυβιστικός
κόλλυβος
κολλύρα
κολλυρίζω
κολλυρικός
κολλύριον
κολλυριοποιέομαι
View word page
κόλλουρος
fish

ShortDef

fish

Debugging

Headword:
κόλλουρος
Headword (normalized):
κόλλουρος
Headword (normalized/stripped):
κολλουρος
IDX:
49492
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49493
Key:

Data

{'content': 'fish'}