Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κολάπτω
κόλασις
κόλασμα
κολαστέος
κολαστήριον
κολαστήριος
κολαστής
κολαστικός
κολαφασμός
κολαφίζω
κόλαφος
κόλαψ
κολέα
κολεκάνος
κολεόν
κολεόπτερος
κολεός
κολεοφόροι
κόλερος
κολετράω
κολίας
View word page
κόλαφος
a buffet

ShortDef

a buffet

Debugging

Headword:
κόλαφος
Headword (normalized):
κόλαφος
Headword (normalized/stripped):
κολαφος
IDX:
49449
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49450
Key:

Data

{'content': 'a buffet'}