Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κοκκίζω
κοκκινίζω
κοκκινοειδής
κόκκινος
κοκκίον
κοκκίς
κοκκοβαφής
κοκκοβαφία
κοκκόδαφνον
κοκκοθραύστης
κοκκολέκτης
κοκκολογέω
κοκκόριζον
κόκκος
κόκκυ
κοκκυβόας
κοκκυγέα
κοκκύγινος
κοκκύζω
κοκκυμηλέα
κοκκύμηλον
View word page
κοκκολέκτης
gatherer of grains

ShortDef

gatherer of grains

Debugging

Headword:
κοκκολέκτης
Headword (normalized):
κοκκολέκτης
Headword (normalized/stripped):
κοκκολεκτης
IDX:
49405
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49406
Key:

Data

{'content': 'gatherer of grains'}