Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κοίτη
κοιτίς
κοῖτος
κοιτών
κοιτωνιάρχης
κοιτωνικός
κοιτωνίτης
κοιτωνοφύλαξ
κόκκαλος
κοκκάριον
κοκκηρός
κοκκίζω
κοκκινίζω
κοκκινοειδής
κόκκινος
κοκκίον
κοκκίς
κοκκοβαφής
κοκκοβαφία
κοκκόδαφνον
κοκκοθραύστης
View word page
κοκκηρός
made from κόκκος II

ShortDef

made from κόκκος II

Debugging

Headword:
κοκκηρός
Headword (normalized):
κοκκηρός
Headword (normalized/stripped):
κοκκηρος
IDX:
49394
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49395
Key:

Data

{'content': 'made from κόκκος II'}