Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κοιτασία
κοιτασμός
κοιταστέον
κοιτατήριον
κοίτη
κοιτίς
κοῖτος
κοιτών
κοιτωνιάρχης
κοιτωνικός
κοιτωνίτης
κοιτωνοφύλαξ
κόκκαλος
κοκκάριον
κοκκηρός
κοκκίζω
κοκκινίζω
κοκκινοειδής
κόκκινος
κοκκίον
κοκκίς
View word page
κοιτωνίτης
chamberlain
ShortDef
chamberlain
Debugging
Headword:
κοιτωνίτης
Headword (normalized):
κοιτωνίτης
Headword (normalized/stripped):
κοιτωνιτης
IDX:
49390
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49391
Key:
Data
{'content': 'chamberlain'}