Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Κοιρανίδας
κοιρανίδης
κοιρανικός
κοίρανος
Κοίρανος
Κοιρατάδας
κοίτα
κοιτάζομαι
κοιτάζω
κοιταῖος
κοιτάριος
κοιτασία
κοιτασμός
κοιταστέον
κοιτατήριον
κοίτη
κοιτίς
κοῖτος
κοιτών
κοιτωνιάρχης
κοιτωνικός
View word page
κοιτάριος
for beds
ShortDef
for beds
Debugging
Headword:
κοιτάριος
Headword (normalized):
κοιτάριος
Headword (normalized/stripped):
κοιταριος
IDX:
49379
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49380
Key:
Data
{'content': 'for beds'}