Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κοινωνία
κοινωνικός
κοινωνός
κοίνωσις
κοινωφελής
κοινωφελία
κόϊξ
Κοιογενής
Κοῖος
κοιρανέω
κοιρανῇος
κοιρανία
Κοιρανίδας
κοιρανίδης
κοιρανικός
κοίρανος
Κοίρανος
Κοιρατάδας
κοίτα
κοιτάζομαι
κοιτάζω
View word page
κοιρανῇος
belonging to a sovereign

ShortDef

belonging to a sovereign

Debugging

Headword:
κοιρανῇος
Headword (normalized):
κοιρανῇος
Headword (normalized/stripped):
κοιρανηος
IDX:
49367
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49368
Key:

Data

{'content': 'belonging to a sovereign'}