Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κοινοποιέω
κοινοποιός
κοινοπολιτεία
κοινοπορφυροῦς
κοινόπους
κοινοπραγέω
κοινοπραγία
κοινός
κοινοταφής
κοινοτάφιον
κοινοτελής
κοινότης
κοινότοκος
κοινοτροφικός
κοινοφαγία
κοινοφιλής
κοινόφρων
κοινοφυής
κοινόω
Κοίντος
Κόϊντος
View word page
κοινοτελής
with the authority of the state
ShortDef
with the authority of the state
Debugging
Headword:
κοινοτελής
Headword (normalized):
κοινοτελής
Headword (normalized/stripped):
κοινοτελης
IDX:
49336
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49337
Key:
Data
{'content': 'with the authority of the state'}