Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κοινολεκτέω
κοινόλεκτος
κοινόλεκτρος
κοινολεξία
κοινολεχής
κοινολογέομαι
κοινολογία
κοινομετρέω
κοινομήτωρ
κοινονοημοσύνη
κοινοπαθής
κοινόπλοος
κοινοποιέω
κοινοποιός
κοινοπολιτεία
κοινοπορφυροῦς
κοινόπους
κοινοπραγέω
κοινοπραγία
κοινός
κοινοταφής
View word page
κοινοπαθής
sympathetic, sociable

ShortDef

sympathetic, sociable

Debugging

Headword:
κοινοπαθής
Headword (normalized):
κοινοπαθής
Headword (normalized/stripped):
κοινοπαθης
IDX:
49324
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49325
Key:

Data

{'content': 'sympathetic, sociable'}