Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κοινοδίκιον
κοινόδικος
κοινοεργής
κοινοθανής
κοινοθυλακέω
κοινοκρατηρόσκυφος
κοινολεκτέω
κοινόλεκτος
κοινόλεκτρος
κοινολεξία
κοινολεχής
κοινολογέομαι
κοινολογία
κοινομετρέω
κοινομήτωρ
κοινονοημοσύνη
κοινοπαθής
κοινόπλοος
κοινοποιέω
κοινοποιός
κοινοπολιτεία
View word page
κοινολεχής
a paramour
ShortDef
a paramour
Debugging
Headword:
κοινολεχής
Headword (normalized):
κοινολεχής
Headword (normalized/stripped):
κοινολεχης
IDX:
49318
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49319
Key:
Data
{'content': 'a paramour'}