Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κοιμίζω
κοίμισις
κοιμιστής
κοιμιστικός
κοινάριον
κοινάω
κοινεῖον
κοινεών
κοινισμός
κοινοβιάρχης
κοινόβιος
κοινοβιότης
κοινοβουλευτικός
κοινοβουλέω
κοινοβουλία
κοινοβούλιον
κοινόβουλος
κοινοβωμία
κοινογάμια
κοινογενής
κοινογονία
View word page
κοινόβιος
living in community with others
ShortDef
living in community with others
Debugging
Headword:
κοινόβιος
Headword (normalized):
κοινόβιος
Headword (normalized/stripped):
κοινοβιος
IDX:
49295
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49296
Key:
Data
{'content': 'living in community with others'}