Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κοιλιολυτικός
κοιλιοπώλης
κοιλιοστροφία
κοιλίσκος
κοιλιτική
κοιλιώδης
κοιλογάστωρ
κοιλογένειος
κοιλογώνιος
κοιλοκρόταφος
κοιλόμισχος
κοιλόπεδος
κοῖλος
κοιλοσταθμέω
κοιλόσταθμος
κοιλοστομία
κοιλοσώματος
κοιλότης
κοιλοφθαλμία
κοιλοφθαλμιάω
κοιλόφθαλμος
View word page
κοιλόμισχος
with hollow stalk

ShortDef

with hollow stalk

Debugging

Headword:
κοιλόμισχος
Headword (normalized):
κοιλόμισχος
Headword (normalized/stripped):
κοιλομισχος
IDX:
49256
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49257
Key:

Data

{'content': 'with hollow stalk'}