Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κοιλία
κοιλιακός
κοιλιαλγέω
κοιλιαργία
κοιλιοδαίμων
κοιλιόδεσμος
κοιλιολυσία
κοιλιολυτέω
κοιλιολυτικός
κοιλιοπώλης
κοιλιοστροφία
κοιλίσκος
κοιλιτική
κοιλιώδης
κοιλογάστωρ
κοιλογένειος
κοιλογώνιος
κοιλοκρόταφος
κοιλόμισχος
κοιλόπεδος
κοῖλος
View word page
κοιλιοστροφία
colic

ShortDef

colic

Debugging

Headword:
κοιλιοστροφία
Headword (normalized):
κοιλιοστροφία
Headword (normalized/stripped):
κοιλιοστροφια
IDX:
49248
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49249
Key:

Data

{'content': 'colic'}