Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κοίλασμα
κοιλέμβολον
Κοίλη
κοιλία
κοιλιακός
κοιλιαλγέω
κοιλιαργία
κοιλιοδαίμων
κοιλιόδεσμος
κοιλιολυσία
κοιλιολυτέω
κοιλιολυτικός
κοιλιοπώλης
κοιλιοστροφία
κοιλίσκος
κοιλιτική
κοιλιώδης
κοιλογάστωρ
κοιλογένειος
κοιλογώνιος
κοιλοκρόταφος
View word page
κοιλιολυτέω
suffer from looseness of the bowels
ShortDef
suffer from looseness of the bowels
Debugging
Headword:
κοιλιολυτέω
Headword (normalized):
κοιλιολυτέω
Headword (normalized/stripped):
κοιλιολυτεω
IDX:
49245
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49246
Key:
Data
{'content': 'suffer from looseness of the bowels'}