Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κοΐ
κοιάζω
κοΐζω
κοίῃ
κοΐκινος
κοικύλλω
κοιλαγγίτας
κοιλαίνω
κοίλανσις
κοιλάς
κοιλασία
κοίλασμα
κοιλέμβολον
Κοίλη
κοιλία
κοιλιακός
κοιλιαλγέω
κοιλιαργία
κοιλιοδαίμων
κοιλιόδεσμος
κοιλιολυσία
View word page
κοιλασία
indentations
ShortDef
indentations
Debugging
Headword:
κοιλασία
Headword (normalized):
κοιλασία
Headword (normalized/stripped):
κοιλασια
IDX:
49234
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49235
Key:
Data
{'content': 'indentations'}