Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κόδαλα
κοδομεία
κοδομεῖον
κοδομεύς
κοδομεύω
Κοδρᾶτος
Κόδρος
κοδύμαλον
κοέω
κόθορνος
κοθοῦριν
κόθουρος
Κοθωκίδης
κοΐ
κοιάζω
κοΐζω
κοίῃ
κοΐκινος
κοικύλλω
κοιλαγγίτας
κοιλαίνω
View word page
κοθοῦριν
docktailed

ShortDef

docktailed

Debugging

Headword:
κοθοῦριν
Headword (normalized):
κοθοῦριν
Headword (normalized/stripped):
κοθουριν
IDX:
49221
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49222
Key:

Data

{'content': 'docktailed'}