Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κνίψ
κνόος
κνύζα
κνύζα2
κνύζα3
κνυζέομαι
κνυζηθμός
κνύζημα
κνυζός
κνυζόω
κνῦμα
κνύος
κνῦσα
κνύω
κνωδακίζω
κνωδάκιον
κνωδακοφύλαξ
κνώδαλον
κνωδαλώδης
κνώδαξ
κνώδων
View word page
κνῦμα
scratching
ShortDef
scratching
Debugging
Headword:
κνῦμα
Headword (normalized):
κνῦμα
Headword (normalized/stripped):
κνυμα
IDX:
49165
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49166
Key:
Data
{'content': 'scratching'}