Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κνῖσα
κνισάεις
κνισαλέος
κνισάω
κνίση
κνισήεις
κνίσμα
κνισμός
κνισοδιώκτης
κνισοκόλαξ
κνισολοιχία
κνισολοιχός
κνισόω
κνισώδης
κνισωτός
κνίψ
κνόος
κνύζα
κνύζα2
κνύζα3
κνυζέομαι
View word page
κνισολοιχία
love of fat
ShortDef
love of fat
Debugging
Headword:
κνισολοιχία
Headword (normalized):
κνισολοιχία
Headword (normalized/stripped):
κνισολοιχια
IDX:
49150
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49151
Key:
Data
{'content': 'love of fat'}