Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κνῆσις
κνησίχρυσος
κνῆσμα
κνησμός
κνησμώδης
κνηστέον
κνηστήρ
κνηστικός
κνῆστις
κνηστίς
κνηστός
κνηστρίον
κνῆστρον
κνήφη
κνηφός
κνίδη
Κνίδιος
Κνιδιουργής
Κνιδόθεν
Κνίδος
κνιδόσπερμον
View word page
κνηστός
scraped, rasped
ShortDef
scraped, rasped
Debugging
Headword:
κνηστός
Headword (normalized):
κνηστός
Headword (normalized/stripped):
κνηστος
IDX:
49119
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49120
Key:
Data
{'content': 'scraped, rasped'}