Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κλώψ
κμέλεθρον
κμητός
κνάπτω
κναφαλώδης
κναφεῖον
κναφεύς
κναφευτικός
κναφεύω
κναφικός
κνάφισσα
κνάφος
κνάψις
κνάω
κνεφάζω
κνεφαῖος
κνέφαλλον
κνέφας
κνέωρον
κνέωρος
κνήδιον
View word page
κνάφισσα
female fuller

ShortDef

female fuller

Debugging

Headword:
κνάφισσα
Headword (normalized):
κνάφισσα
Headword (normalized/stripped):
κναφισσα
IDX:
49071
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49072
Key:

Data

{'content': 'female fuller'}