Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κλῶσμα
κλώσσω
κλωστήρ
κλωστήριον
κλωστής
κλωστός
κλῶστρον
κλώψ
κμέλεθρον
κμητός
κνάπτω
κναφαλώδης
κναφεῖον
κναφεύς
κναφευτικός
κναφεύω
κναφικός
κνάφισσα
κνάφος
κνάψις
κνάω
View word page
κνάπτω
to card

ShortDef

to card

Debugging

Headword:
κνάπτω
Headword (normalized):
κνάπτω
Headword (normalized/stripped):
κναπτω
IDX:
49064
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49065
Key:

Data

{'content': 'to card'}