Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κλών
κλωνίτης
κλῶνος
κλῳομάστιξ
κλωπεία
κλωπεύω
κλωπικός
κλωποπάτωρ
κλῶσις
κλῶσμα
κλώσσω
κλωστήρ
κλωστήριον
κλωστής
κλωστός
κλῶστρον
κλώψ
κμέλεθρον
κμητός
κνάπτω
κναφαλώδης
View word page
κλώσσω
to cluck

ShortDef

to cluck

Debugging

Headword:
κλώσσω
Headword (normalized):
κλώσσω
Headword (normalized/stripped):
κλωσσω
IDX:
49055
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-49056
Key:

Data

{'content': 'to cluck'}