Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κλόνις
κλονοειδῶς
κλονόεις
κλονοκάρδιος
κλόνος
κλονώδης
κλοπά
κλοπαῖος
κλοπεία
κλοπεῖον
κλοπεύς
κλοπεύω
κλοπή
κλοπικός
κλόπιμος
κλόπιος
κλοπός
κλοποφορέω
κλοποφόρημα
κλοποφορία
κλότιον
View word page
κλοπεύς
a thief, stealer

ShortDef

a thief, stealer

Debugging

Headword:
κλοπεύς
Headword (normalized):
κλοπεύς
Headword (normalized/stripped):
κλοπευς
IDX:
48977
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48978
Key:

Data

{'content': 'a thief, stealer'}